Οι "Φωνές" του Antonio Porchia
Πάει κι αυτό!!!! Για τις γιορτές, λέω. Πάει, πέρασαν, τα κεφάλια μέσα τώρα! Καλά ήταν, χαλαρώσαμε τους ρυθμούς, βρεθήκαμε με φίλους και αγαπημένα πρόσωπα, μιλήσαμε πολύ, γελάσαμε περισσότερο, φάγαμε άστα να πάνε…. Και τώρα τα κεφάλια μέσα, παίδες, γιατί σαν πολύ αέρα να πήρατε!
Το καλό με τις ημέρες που πέρασαν, είναι ότι τα δώρα πάνε κι έρχονται! Το σημερινό ποστ, λοιπόν, είναι αφιερωμένο σε ένα από αυτά τα δώρα, ένα βιβλίο που μου χάρισαν δυο καλοί φίλοι.
Πρόκειται για το βιβλίο «Φωνές» (Voces) του Antonio Porchia. Δηλώνω με ντροπή ότι τον συγγραφέα τον αγνοούσα. Ως μόνο ελαφρυντικό μου, δέχομαι το γεγονός ότι αποτελεί μια πολύ ιδιότυπη περίπτωση συγγραφέα, μιας και δεν έχει γράψει τίποτε άλλο πέρα από αποφθέγματα!
«Όποιος έχει δει να αδειάζουν όλα, σχεδόν γνωρίζει από τι γεμίζουν όλα»
Ο Antonio Porchia γεννήθηκε στις 13 Νοεμβρίου του 1885 στο χωριό Conflenti, που βρίσκεται στη επαρχία του Catanzaro στην Καλαβρία της Ιταλίας. Ήταν ο μεγαλύτερος από τους τέσσερις γιους του Francisco Porchia και της Rosa Vescio, και είχε και τρεις αδελφές. Ο πατέρας του ήταν ξυλέμπορος και μετακομίζει με την οικογένειά του στο Avellino, όπου ο Antonio περνάει τα παιδικά του χρόνια και το μεγαλύτερο μέρος της εφηβείας του. Ο θάνατος του πατέρα του, γύρω στο 1900, αναγκάζει τον Antonio, σε ηλικία μόλις 15 ετών, να εγκαταλείψει το σχολείο και να ριχτεί στη βιοπάλη για να επιβιώσει η οικογένεια. Λίγο καιρό αργότερα, η μητέρα του αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αργεντινή με έξι από τα επτά παιδιά της. Το μακρύ τους ταξίδι ξεκινά από τη Νάπολη και το 1902 αποβιβάζονται στο Buenos Aires. Ήταν η εποχή που η Αργεντινή δεχόταν ευχαρίστως μετανάστες, επειδή χρειαζόταν εργάτες γης. Από την άλλη, η Ιταλία βίωνε μια μεγάλη οικονομική κρίση: είχε περάσει μόλις μία δεκαετία από την ενοποίησή της.
«Τα παιδιαρίσματα είναι το αιώνιο, και το υπόλοιπο, όλο το υπόλοιπο, το σύντομο, το πολύ σύντομο»
Σε ηλικία 17 ετών ο Antonio αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη της οικογένειας και απασχολείται σε διάφορες χειρωνακτικές εργασίες (ξυλουργός, καλαθοπλέκτης, λιμενεργάτης κ.λ.π.), σε μια εποχή που το μεροκάματο αντιστοιχεί συνήθως σε 14 ώρες δουλειάς ή και περισσότερο. Αρχικά, η οικογένεια εγκαθίσταται σε ένα σπίτι στη συνοικία του Barracas. Αργότερα (γύρω στο 1918), μετακομίζει σε μία καλύτερη περιοχή, στο San Telmo. Την ίδια χρονιά ο Antonio και ο αδελφός του Nicolas, αγοράζουν ένα μικρό τυπογραφείο στην περιοχή, στην οδό Bollivar. Εκεί ο Antonio θα μάθει την τέχνη του τυπογράφου και θα την εξασκήσει μέχρι το 1935. Την επόμενη χρονιά, με τα αδέλφια του ήδη οικονομικά αποκατεστημένα και με δικές τους οικογένειες, ο Antonio επιλέγει τη μοναξιά. Εγκαταλείπει το τυπογραφείο και αγοράζει ένα σπίτι στην οδό San Isidro στη συνοικία της Saavedra, το οποίο γεμίζει με λουλούδια και καρποφόρα δέντρα. Συνεργάζεται στην έκδοση ενός αριστερού εντύπου, του «La Fragua» (1938-1939), στο οποίο εμφανίζονται για πρώτη φορά τα αποφθέγματά του, αποσπάσματα ή προτάσεις δηλαδή, που διανθίζουν συχνά το λόγο του και που αποφασίζει να ονομάσει «Φωνές».
«Χωρίς αυτή τη βλακώδη ματαιότητα που είναι το να επιδεικνυόμαστε και που ανήκει σε όλους και σε όλα, δεν θα βλέπαμε τίποτα και δεν θα υπήρχε τίποτα»
Από την αρχή της μοναχικής του ζωής, ο Porchia, συχνάζει στη La Boca, συνοικία του Buenos Aires στην οποία κατοικούν οι ιταλοί μετανάστες. Εκεί γνωρίζεται και γίνεται φίλος με μια ομάδα αναρχικών ζωγράφων και γλυπτών, με τους οποίους ιδρύει το 1940 την «Εταιρία Τέχνης και Γγραμμάτων Impulso». Οι φίλοι του αρχίζουν να τον πιέζουν να συγκεντρώσει σε ένα βιβλίο όλα τα αποφθέγματα με τα οποία εκφράζεται και καταγράφει σε σκόρπια φύλλα χαρτιού. Όχι χωρίς δισταγμό, στην αρχή, ο Antonio τελικά πείθεται και διαλέγει για τίτλο αυτόν, κάτω από τον οποίο, τις είχε πρωτοπαρουσιάσει στο περιοδικό La Fragua: Φωνές.
«Λίγη αγένεια ποτέ δεν με εγκαταλείπει. Και είναι αυτή που με προστατεύει»
Είμαστε στο 1943, ο Porchia είναι 57 ετών και, καθώς κανείς δεν τον ξέρει ως συγγραφέα, τα αντίτυπα του βιβλίου του μένουν στα αζήτητα. Καταλήγει να τα δωρίσει όλα στην Εταιρεία Προστασίας Λαϊκών Βιβλιοθηκών, μια οργάνωση που διευθύνει μια σειρά από μικρές βιβλιοθήκες σε όλη την Αργεντινή. Έτσι, παρατηρείται το παράδοξο, το πρώτο έργο ενός νέου συγγραφέα να βρίσκεται σε βιβλιοθήκες σε όλη τη χώρα. Πολλοί από τους αναγνώστες του, αντιγράφουν τις φωνές και τις κυκλοφορούν. Το έργο γίνεται γνωστό παντού. Η απήχησή του κάνει τον Porchia να τυπώσει και δεύτερη έκδοση. Ένα από τα αντίτυπα, αυτή τη φορά, πέφτει στα χέρια του γάλλου ποιητή και κριτικού Roger Caillois, ο οποίος κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου βρισκόταν στην Αργεντινή, εργαζόμενος στη σύνταξη του έγκριτου περιοδικού Sur, που διηύθυνε η Victoria Ocampo.
«Αν δεν σηκώνεις τα μάτια, θα πιστέψεις πως είσαι το πιο υψηλό σημείο»
Όταν ο Caillois επιστρέφει στη Γαλλία, μεταφράζει τις Φωνές και αρχίζει να τις δημοσιεύει σε διάφορα έντυπα, μέχρι που τις εκδίδει σε έναν τόμο, το 1949. Το βιβλίο αυτό αποσπά τον θαυμασμό του Henry Miller, ο οποίος συμπεριλαμβάνει τον Porchia μέσα στα 100 βιβλία μια ιδεώδους βιβλιοθήκης, σύμφωνα με μια έρευνα του Raymond Queneau, και κάνει τον André Breton να δηλώσει το 1952: «Η πιο εύπλαστη σκέψη στην ισπανική έκφραση είναι, για μένα, αυτή του Antonio Porchia, του Αργεντινού».
«Όποιος τα συγχωρεί όλα θα έπρεπε να συγχωρείται για όλα»
Οι διακρίσεις συνεχίζονται, αλλά ο Porchia παραμένει ταπεινός και αποτραβηγμένος. Στην Αργεντινή η αποδοχή του αρχίζει μετά την έκδοση των Φωνών του στα γαλλικά. Η ισπανόγλωσση έκδοση παραμένει στ αζήτητα, ενώ η γαλλική σημειώνει μεγάλη επιτυχία!!! Ο Antonio τα φέρνει δύσκολα οικονομικά, αναγκάζεται να πουλήσει το σπίτι της οδού San Isidro και να μείνει σε ένα άλλο, μικρότερο, στην οδό Malaver, στη συνοικία του Olivos. Εκεί θα ζήσει μέχρι το θάνατό του, το 1968.
«Έχουν πάψει να σε ξεγελούν, όχι να σε αγαπούν. Και σου φαίνεται πως έχουν πάψει να σε αγαπούν»
Κύριο στοιχείο του χαρακτήρα του αποτελούσε μια, χωρίς όρια, καλοσύνη: ποτέ κανείς δεν τον άκουσε να λέει κακό για κανέναν. Δεχόταν σπίτι του πολλούς φίλους, άλλοι από τους οποίους ήταν ζωγράφοι και άλλοι συγγραφείς. Ο Porchia ήταν ερωτευμένος με την τέχνη και όλες τις μορφές έκφρασής της. Αγαπούσε, επίσης, πολύ τον κήπο του και τις τριανταφυλλιές του. Ήταν ντροπαλός και συγκρατημένος. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, αν και κάποτε μίλησε για μια γυναίκα ελαφρών ηθών, που αποφάσισε να σώσει. Αναγκάστηκε να την αφήσει ύστερα από απειλές. Δεν φοβήθηκε για τη ζωή του, αλλά δεν θέλησε να βάλει σε κίνδυνο εκείνη.
«Όποιος δεν γεμίζει τον κόσμο του με φαντάσματα, απομένει μόνος»
Συχνά περνούσε τα σαββατοκύριακα στο εξοχικό σπίτι του Garcia και της Mary Orozco. Ένα από αυτά έπεσε από μια σκάλα, ενώ κλάδευε ένα δέντρο. Το δυνατό χτύπημα στο κεφάλι του δημιούργησε έναν θρόμβο που τον έριξε σε κώμα. Υπεβλήθη σε εγχείριση, συνήλθε για λίγο μα, τελικά, κατέληξε στις 9 Νοεμβρίου του 1968, σε μια κλινική του Vicente Lopez, 20 μέρες πριν συμπληρώσει τα 83 του χρόνια. Ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο Τσακαρίτα του Μπουένος Άιρες, δίπλα σε εκείνον της μητέρας του.
«Το να κλαίγομαι για όλους και για όλα, μεγαλώνοντας, έφτασε να είναι το να κλαίγομαι για μένα σε μένα. Κι ακόμα μεγαλώνει»
Στα ελληνικά οι Φωνές έχουν εκδοθεί δύο φορές. Μια επιλογή τους το 1992, από τις εκδόσεις Στιγμή (σε μετάφραση Επαμεινώνδα Γονατά) και το σύνολό τους το 2004, από τις εκδόσεις της Ινδίκτου (σε μετάφραση Βασίλη Λαλιώτη), που είναι και το αντίτυπο που μου χαρίστηκε και από όπου πήρα τις φωνές του Porchia που υπάρχουν στο ποστ.
«Ο άνθρωπος τα κρίνει όλα από την παρούσα στιγμή, χωρίς να καταλαβαίνει πως μονάχα κρίνει μια στιγμή: την παρούσα στιγμή»
Τα στοιχεία της βιογραφίας του Antonio Porchia, μετέφρασα από τα ισπανικά από τον επίσημο διαδικτυακό του τόπο.
«Εσύ πιστεύεις πως με σκοτώνεις.
Εγώ πιστεύω πως αυτοκτονείς»
Όμορφο, πολύ όμορφο πρωί πρωί…
Ωραίο! Άργησε να ‘ρθει, όμως, και μας έσκισε στα αποφθέγματα ο Κοσμοπολιτοϊχνηλατοrockerblogger!Η εσωτερική του ηρεμία φαίνεται και στον γραφικό του χαρακτήρα. Και στο πλατύ γέλιο του.
Θα το πάρω μαζί μου!!!!Θα το αγοράσω εννοώ…Αυτό όμως, θέλει “στάσεις” και συχνές επαναλήψεις…
«Όποιος δεν γεμίζει τον κόσμο του με φαντάσματα, απομένει μόνος»τολμηρό, σπουδαίο, αληθινό και ήταν ότι έπρεπε.σαν να έψαχνα άλλοθι σ’ αυτή τη φράση.φιλία, dollymille grazie
Ο άνθρωπος τα κρίνει όλα από την παρούσα στιγμή, χωρίς να καταλαβαίνει πως μονάχα κρίνει μια στιγμή: την παρούσα στιγμή Αυτό το κρατώ για να θυμάμαι πως όλα είναι πρόσκαιρα και παροδικά , να μην τα παίρνω τόσο επί πόνου!Φιλιάά
@Ντέφι,όταν αρχίζεις δε να συνομιλείς μαζί τους, εκεί να δεις ομορφιά!Καλη Χρονιά dolly
Πολύ ωραίο βιβλίο θα συμφωνήσω μαζι σου,θα πρότεινα σε οποιον το αγοράσει,να το διαβάζει παράλληλα με κάτι άλλο (ένα μυθιστόρημα ας πούμε),έτσι οι Φωνές θα διατηρήσουν την δυναμική τους και δεν θα κουράσουν τα συνεχόμενα αποφθέγματα τον αναγνώστη.Εμένα το αγαπημένο μου πάντως είναι το:”Όταν βρίσκομαι κοντά σου,λησμονώ το καλό που υπάρχει σε σένα,κι’όταν βρίσκομαι μακριά σου,λησμονώ το κακό που υπάρχει σε σένα”Τόσο απλό και τόσο αληθινό.Καλή σου χρονιά
άλλος ένας αμύητος όπως εγώ προσελκύστηκε και πείστηκε να διαβάσει και ν’ ακούσει τις φωνές.
Ξέρω τον Miller, αμέ….
Ημίαιμος, ο γραφικός χαρακτήρας μου είναι παλιοχαρακτήρας από τους λίγους, δεν διαβάζεται ούτε από εμένα – αλλά είμαι μια χαρά %##$$ήρεμο παιδί, εντάξει;;;;;;;Και τώρα στο ζουμί: «Έτσι, παρατηρείται το παράδοξο, το πρώτο έργο ενός νέου συγγραφέα να βρίσκεται σε βιβλιοθήκες σε όλη τη χώρα. Πολλοί από τους αναγνώστες του, αντιγράφουν τις φωνές και τις κυκλοφορούν. Το έργο γίνεται γνωστό παντού.»Καθόλου παράδοξο, αγαπητή Ντόλι. Το θέμα παντού και πάντα βρίσκεται στο δίκτυο διανομής… (διαφορετικά θα είχες τυπώσει ήδη την Περσεφόνη, όπως εσύ θέλεις με 2.000 ευρώ – αλλά τι να το κάνεις, εάν δεν μπορεί να φτάσει στα βιβλιοπωλεία;)Τώρα, βέβαια, δεν χρειάζεται αν την τυπώσεις, να γίνει γνωστή από τις βιβλιοθήκες και μετά να την ανατυπώσεις: πρώτον γιατί κανένας δεν πάει σ’ αυτή τη χώρα σε βιβλιοθήκες, και δεύτερον και κυριότερον, την έχεις εκδώσει ήδη στη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη, στο Δίκτυο όνομα και πράγμα. Όσο για το απόφθεγμα (χάι κου) «Όποιος δεν γεμίζει τον κόσμο του με φαντάσματα, απομένει μόνος»… αναρωτιέμαι τι θα έλεγε για εδώ, στο δίκτυο, με όλα τα νικ δίπλα μας… ΟΚ, μπορεί για κάποιους να μην είναι τα νικ φαντάσματα – αλλά από μια άποψη… Λέω, από μια άποψη…. Μονολογώ – ελπίζω να μην πάρετε ό,τι είπα με λάθος τρόπο, δεν εννοώ κανένα και καμία. Μονολογούσα.Και τώρα πλέον δεν μονολογώ: δυνατά, καθαρά και έναρθρα: ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!!!
…και φυσικά εξηγούμαι (τώρα που το διάβασα βλέπω πιθανόν να βγαίνει άλλο νόημα) πως δεν εννοώ να μην τυπώσεις την Περσεφόνη, αλλά να μην την τυπώσεις μόνη σου και τη στείλεις σε βιβλιοθήκες. Καθώς η Περσεφόνη θα βγει και πρέπει να βγει και απομένει μόνο μια προϋπόθεση για να βγει, κι αυτή είναι να την τελειώσεις.Ναι;;;;;;
Μάς το αγόρασα!!Από τα πολλά φαντάσματα .δέν χωράω και εγώ ο ίδιος μέσα μου,ίσως αυτός είναι και ο λόγος που δέν έχω νιώσει μόνος…Ωραία πρόταση Νίνα!
Πάλι σε έξοδα μας βάζεις…
O εξαίρετος Γονατάς ήξερε πολύ καλά τι μετέφραζε!!!Συγχαρητήρια για το κείμενο παρουσίασης.Καλή χρονιά,Νίνα!
Χάρηκα που σου άρεσε!
ΑΓΑΠΗΤΗ ΜΟΥ,ΤΟΝ PORCHIA ΝΑ ΤΟΝ ΦΑΤΕ, ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ. ΚΑΘΕ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΘΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΤΕ ΠΩΣ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΜΕ ΓΕΩΤΡΗΣΗ ΠΟΥ ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΙΟ ΒΑΘΕΙΑ ΧΤΥΠΑΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΚΑΛΥΨΕΙ ΦΛΕΒΑ.ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΘΑ NOMIZEIΣ ΠΩΣ ΚΤΥΠΗΣΕΣ ΦΛΕΒΑ, ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΕΙΣ ΠΩΣ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΓΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ ΝΑ ΕΞΩΡΥΞΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΟ ΚΑΙ ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ.ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΠΡΟΣΕΧΕ, ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ. ΚΙ ΑΝ ΓΕΛΑΣΤΕΙΣ ΚΑΙ ΛΕΣ Ο.ΤΙ ΛΕΣ ΤΟΤΕ ΘΑ ΣΕ ΕΧΕΙ ΝΙΚΗΣΕΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΛΕΣ!P.S. Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΓΟΝΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ, ΑΥΤΗ ΤΟΥ ΛΑΛΙΩΤΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΙΣΠΑΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ.ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!
Ωραίος τύπος, πολύ ωραίος, απ’ αυτούς που γεννιούνται με το ταλέντο του ‘ζειν’ και δεν χρειάζονται καμμία περαιτέρω αγωγή. Καθόλου στρυφνός, ζυγισμένος, ακροβατικά αφελής και ο αυτοσαρκασμός του σαν σαϊτα, βρίσκει μόνο έναν στόχο, τον ίδιο, δεν εκρήγνυται σε σκάγια.
Το βιβλίο το διάβασα ολόκληρο το ίδιο βράδυ που μου το χάρισαν ο Δημήτρης με την Φρατζέσκα. Μάλιστα, ήμουν καθισμένη μπροστά στο pc, με καμία διάθεση για διάβασμα, και απλά το ξεφύλλιζα για να δω περί τίνος πρόκειται. Δεν το άφησα από τα χέρια μου παρά μόνο αφού τελίωσε.Ήδη, με την πρώτη αυτή ανάγνωση, είχα ανακαλύψει διαμάντια σκέψης, καταστάσεις τόσο γνωστές σ’ εμένα, και προτάσεις για αντίδραση εκπληκτικές. Κάποιες από τις Φωνές, νομίζω πως δεν θα τις ξεχάσω ποτέ, από την πρώτη αυτή ανάγνωση.Από τότε το έχω διαβάσει άλλες δυο φορές και, έχει δίκιο ο Salos, κάθε φορά ανακαλύπτω πράγματα αφανέρωτα πριν. Και η ανακάλυψη, κάθε φορά, με κάνει να αναγαλλιάζω.Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όλους όσοι δεν το έχουν διαβάσει και χαίρομαι που όλοι όσοι το έχουν συμφωνούν μαζί μου.